Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2020

Μια φορά κι έναν καιρό...

  Ο ΠΑΦ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα άσχημο ζωάκι ο Πάφ. Κατοικούσε σε μια κουφάλα μιας βελανιδιάς, μέσα βαθιά στο μεγάλο δάσος. Ήξερε πως ήταν άσχημο και γι’ αυτό τον λόγο δεν πήγαινε στο σχολείο των ζώων. Δεν ήθελε να ακούει τα ζωάκια να λένε γι’ αυτόν,
- Τι άσχημος που είναι!
 Το είχε ακούσει κάποιες φορές όταν έβγαινε για κυνήγι.
 Και από τότε κρύβεται στο δένδρο. Εκεί κάθεται όλη μέρα και για περνάει η ώρα χαζεύει έξω και σκέφτεται λέξεις που τις κάνει ποιήματα. Κάθε μέρα τα λέει από την αρχή και στο τέλος σκέφτεται και φτιάχνει ένα ακόμη ποίημα. Μόνο όταν πέφτει το σούρουπο, όταν θολώνει η ατμόσφαιρα, τότε σταματάει τα ποιήματά του και το τολμάει. Βγαίνει από την κρυψώνα του και ψάχνει να βρει το φαγητό του.
Μια νύχτα η κυρά κουκουβάγια πέταξε εντελώς αθόρυβα και κοιμήθηκε στα κλαδιά του δένδρου του Παφ. Βρισκόταν πάνω στο δένδρο και άκουγε τα ποιήματα που είχε πει εκείνη τη μέρα. Το απογευματάκι, όπως κάθε φορά, νόμισε πως δε θα τον δούνε, βγήκε δειλά από την κουφάλα και περπάτησε όσο ανάλαφρα μπορούσε για να μην προκαλέσει την προσοχή κανενός. Για κακή του τύχη, -έτσι νόμιζε τότε-, τον είδε η κουκουβάγια, η διευθύντρια του σχολείου, -μεταξύ μας,  βλέπει καταπληκτικά στο σκοτάδι-.  Πλησίασε αθόρυβα και πέταξε ξαφνικά μπροστά του.
- Ποιος είσαι του λόγου σου; Γιατί δεν σε ξέρω;
- Είμαι ο Παφ, είπε τρέμοντας.
- Παφ, γιατί τρέμεις; Δεν σε έχω ξαναδεί; Σε ποια τάξη είσαι;
- Δεν έρχομαι στο σχολείο.
- Γιατί; Το σχολείο είναι για όλα τα ζωάκια
Ο Παφ δε μιλούσε. Τι να πει. Ότι είναι τόσο άσχημος που ντρέπεται να κυκλοφορήσει; Όμως η κυρά κουκουβάγια τον κοιτούσε με τα μεγάλα της μάτια που λαμπύριζαν και περίμενε. Νόμισε ο Παφ πως διάβασε τη σκέψη του και δεν είχε άλλη επιλογή.
- Κυρία, είμαι άσχημος και… τώρα…
Τώρα έτρεμε ακόμη περισσότερο και περίμενε την καταδίκη του. Η κουκουβάγια που ήξερε τη δύναμη που έχει η γνώση αλλά και το σχολείο, του μίλησε με απαλή φωνή, δεν ήθελε να τον τρομάξει κι άλλο.
- Το σχολείο, Παφ είναι για όλα τα ζωάκια όπως σου είπα. Να σου πω ένα μυστικό; Δεν είναι όλα όμορφα σαν το λιοντάρι. Αλλά αν έρθεις θα δεις πως κάθε ζώο έχει κάτι που το κάνει ξεχωριστό. Μα πες μου τα ποιήματα που έλεγες σήμερα και δε μ άφηνες να κοιμηθώ, πως τα έμαθες;
- Από μόνος μου τα ξέρω.
- Είναι δικά σου αυτά τα όμορφα χαρούμενα ποιήματα;
- Για να περνά η ώρα στην κουφάλα μέχρι να νυχτώσει…
- Αχ, Παφ, πόσα χάνει το σχολείο από σένα αλλά και συ πόσα πολλά περισσότερα θα μπορούσες να μάθεις από το σχολείο.
- Εκεί όμως είναι τα άλλα ζωάκια…;
- Τα άλλα ζωάκια όπως και συ θα μάθετε, ότι όλοι είμαστε απλά διαφορετικοί. Μα κυρίως πρέπει όλοι να μάθουμε να ζούμε με τους άλλους αρμονικά. Όταν μαθαίνεις να είσαι μαζί με τα άλλα ζώα  τότε περνάς καλά.
- Η ασχήμια μου;
- Όλοι μας, όταν περνάμε καλά, χαιρόμαστε και τότε ομορφαίνουμε. Η χαρά και η καλοσύνη ομορφαίνουν την ψυχή αλλά και το πρόσωπο. Τι λες θα έρθεις μαζί μου τώρα; Ίσα που θα προλάβουμε την τελευταία ώρα. Είναι σούρουπο, δε θα σε δούνε καλά, αλλά θα δεις εσύ πόσο όμορφα είναι στο σχολείο.
- Θα έρθω, είπε ο Παφ. Δεν μπορούσε να ξεφύγει.
Τελικά ο Παφ πήγε με την κυρά κουκουβάγια τη διευθύντρια του σχολείου στην τάξη. Η κυρία είπε στα άλλα ζωάκια καλά λόγια για τον Παφ κι εκείνα τον δέχθηκαν χωρίς να τον προσέξουν ιδιαίτερα.
Τον κάλεσε να πει στην τάξη ένα ποίημά του. Σηκώθηκε τρέμοντας αλλά με σταθερή φωνή είπε ποίημα με λέξεις που έβγαζε από την ψυχή του.
Όλοι έμειναν κατάπληκτοι. Ησυχία ακολούθησε. Ο Παφ πήρε θάρρος και γύρισε στη θέση του. Η κυρία κουκουβάγια έφυγε για το γραφείο της και ξέσπασε ένας πανικός στην τάξη!  Όλα τα ζωάκια ήθελαν να τον γνωρίσουν καλύτερα. Ρωτούσαν όλοι μαζί
- Που μένεις; Η αλεπού
- Πως τα σκέφτηκες όλα αυτά; Ο αρουραίος.
- Που ήσουν τόσον καιρό; Ο λύκος.
- Θέλεις να γίνουμε φίλοι; Η καρδερίνα.
- Θέλεις να ερχόμαστε μαζί στο σχολείο; Το ελάφι.
- Θέλεις να παίξουμε; Το τσακάλι
Ο Παφ ξεκαρδίστηκε και απάντησε με μια ανάσα σε όλους
- Αλεπού, Στη μεγάλη βαλανιδιά δίπλα από τον 10ο πεύκο,
- Αρουραίε, μόνα τους ερχότανε στο μυαλό μου,
- Λύκε, μέσα στην κουφάλα της βελανιδιάς,
- Καρδερίνα, ναι πάρα πολύ θέλω να γίνουμε φίλοι,
- Ελάφι, και βέβαια θέλω να ερχόμαστε μαζί στο σχολείο,
- Τσακάλι, να ήξερες ότι δεν έχω παίξει ποτέ και φυσικά θέλω να παίξω μαζί σου.
Τα ζωάκια χάρηκαν πολύ και έφυγαν όλα μαζί με τον Παφ από το σχολείο.
Από τότε Ο Παφ ξέχασε την ασχήμια του. Είχε φίλους κι αυτό ήταν πολύ σπουδαίο για το μυαλό του και την ψυχή του. Νοιαζόταν για τους συμμαθητές του. Μιλούσε με σεβασμό στους δασκάλους του και πάντα είχε ένα καλό λόγο για όλους. Όπου καβγάς ήταν εκεί για τους θυμίσει πως έχουν πολλά που τους ενώνουν. Πρόσεχε τώρα τους γύρω του και ανακάλυπτε τις επιθυμίες τους. Το καλύτερο παιχνίδι για τον Παφ ήταν να βρίσκει τρόπο να βοηθάει όσους έχουν ανάγκη.
Κανείς  δεν πρόσεχε την ασχήμια του, όλοι πρόσεχαν την ευαίσθητη καρδιά του, την καλοσύνη του και την αδελφοσύνη. Είναι πια ο καλύτερος μαθητής του σχολείου. Έγραψε με δικά του γράμματα στο δικό του τετράδιο μια μεγάλη συλλογή ποιημάτων, που μιλάνε για την ομορφιά της ψυχής και του μυαλού.

Κι ενώ ο Παφ έζησε καλά κι εμείς σίγουρα θα ζήσουμε καλύτερα, μου φαίνεται πως πραγματικά ο Παφ ομόρφυνε από τότε που πήγε στο σχολείο κι έκανε φίλους!
Μελιτίνη



13 Φεβρουαρίου

  • Όσιος Μαρτινιανός
  • Άγιοι Ακύλας και Πρίσκιλλα οι Απόστολοι
  • Άγιος Ευλόγιος Αρχιεπίσκοπος Αλεξάνδρειας
  • Άγιοι Πατήρ και Υιός
  • Όσιος Συμεών Κτήτορας της Μονής Χιλανδαρίου Αγίου Όρους
  • Άγιος Γεώργιος Αρχιεπίσκοπος Λευκορωσίας
  • Οσία Σεραφείμα εκ Ρωσίας
  • Ανάμνηση των Εγκαινίων του Ναού της Θεοτόκου και της Αγίας Θέκλας εν τω όρει Ποσαλέως
  • Όσιος Μαϋουμάς
  • Ανακομιδή των ιερών λειψάνων του Αγίου Edward βασιλέα της Αγγλίας

1 σχόλιο:

  1. πολύ όμορφο και διδακτικό παραμύθι! Σας ευχαριστούμε πολύ! θα έχω ακόμα ένα παραμύθι εύκαιρο να λέω στα παιδιά για καληνύχτα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή