προετοιμασίες για τα Χριστούγεννα
Γύρισα στο σπίτι και βρήκα στο skype ένα κείμενο. Ξαφνιάστηκα με το μέγεθος, φόρεσα τα γυαλιά μου και το διάβασα. Ήταν από μια φοιτήτρια που μεγάλωσε κυριολεκτικά μέσα στη Χριστιανική Εστία. Από τις μικρές τάξεις του Δημοτικού μέχρι και την Γ Λυκείου. Τώρα πηγαίνει στη Χριστιανική Εστία της πόλης που φοιτά και παρακολουθεί κατηχητικό για φοιτήτριες. Το έγραψε αποκλειστικά για αυτές τις αναρτήσεις της προετοιμασίας μας για τα Χριστούγεννα. Αξίζει να το διαβάσουμε...
προετοιμασία 15ης Δεκεμβρίου
Η σημερινή προετοιμασία είναι λίγο… διαφορετική από τις προηγούμενες. Κι αυτό γιατί είναι ιδιαίτερα στοχαστική, με πολλούς προβληματισμούς. Βασικά μόνο προβληματισμούς, διότι αυτή που τη γράφει μόνο να προβληματίζει/ζεται ξέρει δυστυχώς, κι όχι να δίνει λύσεις. Αλλά καμιά φορά και μόνο ο προβληματισμός δημιουργεί γόνιμο έδαφος για… ενδοσκόπηση. Οπότε ξεκινάω λοιπόν να κάνω αυτό που ξέρω καλύτερα, μήπως και διορθωθώ και εγώ ποτέ.
Φτάνουν οι γιορτές λοιπόν.
Τα Χριστούγεννα. Και ‘κει που περιμένεις να είναι όλοι χαρούμενοι και
ευδιάθετοι, τσουπ βλέπεις να εμφανίζονται νέες απρόσμενες τάσεις. Τελευταία
παίζει πολύ η «μελαγχολία των γιορτών». Οι άνθρωποι δηλαδή όχι μόνο δεν
αναμένουν τα Χριστούγεννα ή τα απολαμβάνουν, αλλά δυσανασχετούν και μόνο με τον
επικείμενο ερχομό τους. Έχει μάλιστα βρεθεί και η πιο μελαγχολική μέρα του
χρόνου, η τρίτη Δευτέρα του χρόνου, αν δεν κάνω λάθος. Αυτή η μελαγχολία
στηρίζεται στο ότι οι άνθρωποι έχουν πολλές προσδοκίες για το πόσο όμορφα θα
περάσουν τις γιορτές και πόσο μέσα-στο-πρόγραμμα θα πάνε όλα, που όταν τελικά
κάτι δε βγαίνει όπως το σχεδιάζανε ή δεν περνάν όσο συναρπαστικά φαντάζονταν,
τότε τους πιάνει αυτή η θλίψη, η μιζέρια, η απογοήτευση που τους καθιστά αδιάθετους
και κατσούφηδες. Και φυσικά μετά την πατάν κι οι γύρω τους. Κι έτσι ξεκινά ένας
κύκλος που συνεχίζεται δυστυχώς και τις επόμενες χρονιές.
Παρατηρώ λοιπόν τους
ανθρώπους. Και βλέπω πως σιγά σιγά οι «μελαγχολούντες» είναι ισάριθμοι με τους
εύθυμους. Και πως το κλίμα έχει ήδη αρχίσει να γίνεται μουντό, κρύο, απρόσιτο.
Να μη θυμίζει αυτή τη ζεστασιά που τόσο χαρακτηρίζει αυτή την περίοδο του
χρόνου, και τόσο αναζητάω εδώ και μέρες. Και μετά φοβάμαι. Φοβάμαι πως θα με
χαλάσουν και μένα. Αυτοί οι μίζεροι που με περιτριγυρίζουν. Μερικές μέρες
μάλιστα τους ένιωθα να με έχουν μολύνει. Να μου έχουν ρουφήξει τη διάθεση για
χαρά. Εμένα, το χαζοχαρούμενο, να με βλέπεις να κλείνομαι στο σπίτι και να
κάθομαι. Να μένω άπραγη. Και να σκέφτομαι, πώς θα περάσει κι η σημερινή μέρα?
Ας ρίξω έναν ύπνο…
Τι ύπνο κορίτσι μου?
Ξύπνα! Μην αφήσεις αυτή την αδιαθεσία να εισβάλει και στη δική σου ανήσυχη
ψυχούλα! Ασ’ την να δει, να ψάξει, να προσμένει, κι ας απογοητευτεί λίγο. Δε
γίνεται όλα να πηγαίνουν όπως τα προγραμμάτιζες. Άφησέ την να ακούσει, να
τρέξει, να χτυπήσει, να πονέσει, να νιώσει. Θα νιώσει όμως. Θα σηκωθεί. Θα
μάθει, θα έχει ζήσει. Θα ξέρει τι θέλει, τι χρειάζεται και τι αναζητά. Μην την
κλείνεις, μην την αδρανοποιείς.
Αυτό ήταν το αγγελάκι
μου. Δεν εξηγείται αλλιώς. Με σήκωσε από τον καναπέ και με έσπρωξε έξω. Και με
άφησε στο κρύο να με χτυπήσει λίγο ο αέρας. Και με φύσηξε. Μου ‘φερε στα μούτρα
τη ζωή. Μου ‘φερε τους φίλους μου, την οικογένειά μου, τα καθήκοντά μου, τις
δραστηριότητές μου. Κοιτούσα κι εγώ σαν χαμένο.
Και μου λέει μετά:
«Όλα αυτά τα είχες και πριν. Εγώ απλά σε ταρακούνησα. Τα έφερα λίγο πιο κοντά
σου, για να μην ξεχνάς ότι τα ‘χεις. Απλά, κάτι σου διαφεύγει. Κι αν δεν
συνειδητοποιήσεις τι είναι, πάλι θα σου ξεφύγουν, και δεν μπορώ να σε ταρακουνώ
συνέχεια. Πρέπει να καταλάβεις τι λείπει. Γιατί αυτό που λείπει, δίνει νόημα σε
όλα αυτά».
Εσύ αναγνώστη
κατάλαβες τι λείπει? Βασικά θα πρέπει να κατάλαβες, και μόνο από το σάιτ που
φιλοξενεί αυτόν τον προβληματισμό μου, σωστά? Να σου πω την αλήθεια και εγώ κάτι
διάβασα με ξύπνησε από το λήθαργο. Λείπει ο Χριστός. Η επικοινωνία μαζί Του. Η
αναζήτησή Του. Η ανάμνησή Του, έστω. Αν δεν τον χωρέσεις κάπου σε όλα αυτά, μην
περιμένεις και πολλά. Αυτό το κενό θα πλανάται συνεχώς πάνω από το κεφάλι σου.
Όχι γιατί θυμώνει που δεν τον συμπεριλαμβάνεις στο πρόγραμμά σου και θέλει να
σε τιμωρήσει λίγο. Ή γιατί έχει ανάγκη την προσοχή σου και όταν δεν του τη
δίνεις σου στερεί τη διάθεση. Πολύ απλά γιατί ο Χριστός είναι Ζωή. Πνοή Ζωής,
θα πω μ’ ένα χαμόγελο. Όπου κι αν μπει φωτίζει, ζωντανεύει. Δίνει αυτό το
αίσθημα της πληρότητας, της ικανοποίησης, του όλα-είναι-όπως-θα έπρεπε-να-είναι.
Μα δεν το έχεις νιώσει και συ ποτέ έστω και λίγο? Έλα, λίγο, παραδέξου το.
Καλά, θα σου πω εγώ.
Όταν πηγαίνω την τρίτη και τελευταία φορά για φέτος στην εκκλησία (μετά από
Πάσχα και 15αύγουστο), η στραβή μου διάθεση με την οποία σηκώθηκα σήμερα
ξημερώματα Χριστουγέννων χάνεται. Πώς να το εξηγήσω, μ’ αρέσει αυτή η κατάνυξη
βρε παιδί μου, νιώθω λες και δεν έπρεπε να είμαι πουθενά αλλού αυτή τη στιγμή.
Ή που κοινωνώ. Όχι ότι
είμαι και από αυτούς τους θρήσκους, αλλά κρατάω και μια νηστεία 5 μέρες. Και
κοινωνώ μετά. Δε λέω, ωραία είναι..
Δε λέω, ωραία είναι,
δε νιώθω και πολλά, αλλά λίγο πιο… εκλεκτή να το πω. Ότι δηλαδή τώρα ο Χριστός
με αγαπά πιο πολύ. Και τελικά αυτό μου αρέσει. Νιώθω μεγαλύτερη την αγάπη Του.
Πόσο τέλειο είναι αυτό?
Και τελικά θα μου
πείτε, τι βγήκε από όλη αυτή την αναζήτηση/ τον προβληματισμό? Καταλήξαμε
κάπου? Για σας δεν ξέρω, εγώ πάντως κατάλαβα ότι μου έλειπε ο Χριστός. Ούτε καν
τον στρίμωχνα σε μια γωνίτσα. Οπότε τώρα προσπαθώ να μην τον αφήνω απ’ έξω. Και
είπαμε, όχι για Εκείνον. Για μένα. Για να χαίρομαι τη ζωή. Για να μην έχω την
μελαγχολία των γιορτών. Για να μην μπορούν να με αγγίξουν οι… μίζεροι. Αλλά και
για να μειώσω τον αριθμό των τελευταίων. Για να τους αλλάξω τη γνώμη. Άντε
γιατί πολλοί τους μαζεύτηκαν τελευταία…